Ο... ΜΟΝΑΧΙΚΟΣ ΑΡΡΑΒΩΝΑΣ Το να διατηρείς ερωτική σχέση με … παντρεμμένο , είναι από πολλές πλευρές … εξιταριστικό , και έχει και τα ενδιαφέροντά του . Το κακό του (το απόλυτο κακό του) , είναι ή μοναξιά … του Σαββατόβραδου , του Κυριακάτικου γεύματος , των διακοπών και των γιορτών … σαν το Πάσχα καληώρα , που μόλις πριν λίγο βιώσαμε... Είναι μια ιστορία , που την θυμάμαι πάντα … (σχεδόν πάντα) τέτοιες ημέρες , και που σκέφτηκα πέρισυ να την κάνω αφιέρωμα στην γιορτή του Πάσχα , αλλά με απορρόφησε τότε πολύ
ένα άλλο γεγονός και έτσι η ιστορία που θα σας διηγηθώ , έμεινε στο … “συρτάρι” να περιμένει το επόμενο Πάσχα … Και ίσως , δεν θα την έγραφα ποτέ μου , αλλά από τότε ακόμη , το υποσχέθηκα στην καλή κι αγαπημένη μου διαδικτυακή φίλη
Μαριάννα (Γητεύτρια) που έδειξε τότε
ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ιστορία αυτή . Γι αυτό και της την αφιερώνω .
————————————————————————
Άνοιξη του 1970 … Πρωί της Μεγάλης Παρασκευής αποχαιρετιστήκαμε στον Σιδηροδρομικό Σταθμό της Θεσσαλονίκης . Έφευγε για να κάνει Πάσχα με την υπό διάλυση οικογένεια του (”τα … παιδιά , δεν φταίνε σε τίποτα … κλπ ,κλπ” ) σε μικρή επαρχιακή πόλη του Βορρά . Τρία χρόνια , τώρα , είχα συνηθίσει σ’ αυτού του είδους τους αποχαιρετισμούς … Όμως αυτή τη φορά … δεν ξέρω , ίσως η Άνοιξη να ήταν τόσο όμορφη , που μούτρωσα … - Έλα βρε … μην κάνεις έτσι … Όλος ο χρόνος δικός μας θα είναι … Μην ξεχνάς , πως φέτος … παντρευόμαστε … Τελείωσαν τα ψέμματα …
Ένα γρήγορο φιλί , ο “Μουντζούρης” (δεν υπήρχε intercity τότε ακόμη) που σφύριξε στριμμένα και ξεκίνησε βαρυγκομώντας κι απόμεινα να τον κοιτάζω να χάνεται μέσα σε σύννεφα καπνού … Καθόλου δεν ένοιωσα σαν την … Άννα Καρένινα … Ένα κενό ένοιωθα μονάχα , κάτι , που με εμπόδιζε ακόμη και να βουρκώσω … Άσχημο συναίσθημα … Κενό.
Κατηφόρησα με τα πόδια προς το κέντρο . Πέρασα βιαστικά τον Βαρδάρη και άρχισα να χαζεύω ένα ένα τα μικρομάγαζα της Εγνατίας (είχε μεσημεριάσει και η αγορά είχε πια ανοίξει) . Αγόρασα δυο τεράστιες καραμέλλες από ένα μαγαζάκι με ζαχαρωτά , και προσπάθησα να βάλω τη μια στο στόμα μου . Δεν τα κατάφερα και τις ακούμπησα και τις δυο στο τενεκεδένιο πιατάκι του τυφλού ακκορντεονίστα ζητιάνου (μόνιμος και πασίγνωστος οργανοπαίχτης της Εγνατίας) . Σας κοίταξαν ποτέ …χωρίς μάτια ;… Ε , εμένα ο τυφλός με κοίταξε και μουρμούρισε και μια ευχή , αλλά δεν φαινόταν να την λέει με την καρδιά του … Δίπλα ακριβώς στο μεγάλο πατσατζίδικο “ΕΓΝΑΤΙΑ” , έμεινα να χαζεύω την βιτρίνα ενός μικρού παρακμιακού κοσμηματοπωλείου . Τότε ήταν , που μου κατέβηκε η … ιδέα … Τότε , … βλέποντας τα φτηνοκοσμήματα στην μικροσκοπική του βιτρίνα . Έσπρωξα την πόρτα .Ο φαλακρός και … ασσορτί με το μαγαζί του (μικροσκοπικός) μαγαζάτορας , με κοίταξε με … μισό μάτι :- Τί θέλει η κοπελιά ; (η προφορά , βαριά αρμένικη) - Θα ήθελα μια … βέρα … φθηνή …- Θα ήθελες … βέρες , θέλεις να πεις …- Όχι , θέλω …μία βέρα - Οι βέρες πάνε δυό-δυό …- Εγώ θέλω μία …- Και την άλλη , … τί θα την κάνω ;- Ξέρω κι εγώ ;… πούλα την σε κάποιον σαν κι εμένα … ή κράτα την , μπας και χάσεις την δική σου …- Μπεκιάρης (εργένης - ανύπαντρος) είμαι … δεν έχω βέρα …- Ε , … ευκαιρία … Κάνε τότε , ό, τι κι εγώ ….- Τί ;… να παντρευτώ μονάχος μου ;…- Όχι , να … αρραβωνιαστείς …Ο κοντός Αρμένης , ξεκαρδίστηκε στα γέλια … Τράβηξε ένα συρταράκι από τον πάγκο του και μου πέταξε πάνω στο τζάμι μια λεπτή βέρα , που “έγραψε” έναν μεγάλο κύκλο και σταμάτησε με έναν λεπτό τενεκεδένιο ήχο μπροστά μου …- 300 δραχμές κάνει … Δώσε μου ένα κατοστάρικο και ξεφορτώσου με … χρονιάρες μέρες … Έχει και λίγο … χρυσό μέσα … Ό, τι πρέπει ………………………………………….Τριγύρισα λίγο στα … αρχαία της Ναυαρίνου , άναψα ένα κεράκι στην Αχειροποίητο , και κατηφόρισα την Βασ. Σοφίας , όπου χάζεψα για λίγο στα φοιτητικά βιβλιοπωλεία της και ξανανηφόρισα μέχρι το Τουρκικό Προξενείο ,… στο σπίτι μου .Με υποδέχτηκε ο μπαμπάς μου , ανήσυχος . Πάντα ήταν ανήσυχος , όταν “φορούσα” αυτό το … “κάπως” ύφος μου .- Άννιτσκα ψυχή μου , θα πάμε στον Επιτάφιο στην Ρώσικη Εκκλησία στου Χαριλάου απόψε ;- Όχι παπάκη … είμαι κουρασμένη ….Ξέρω ότι τον πλήγωσα , αλλά με αγαπούσε πολύ για να μου το πει ….Εκείνο το βράδυ , κοιμήθηκα κρατώντας την βέρα “μου” , σφιχτά , έναν ανήσυχο ύπνο …
Μεγάλο Σάββατο , έφυγα νωρίς από το σπίτι , με την βέρα στην τσέπη και την μάνα μου να γκρινιάζει , που την εγκατέλειψα μόνη της με τις Πασχαλιάτικες δουλειές . Κατηφόρησα στη Νέα Παραλία … Σε ένα παγκάκι δίπλα στο ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΠΑΛΛΑΣ , με την θάλασσα φάτσα μόστρα και έναν ανοιξιάτικο ήλιο για παρέα … φόρεσα με αργές τελετουργικές κινήσεις την βέρα μου στο αριστερό μου χέρι κι αφού απόλαυσα μια πανεμορφη παραθαλάσσια βόλτα , ανηφόρισα την Αγίας Σοφίας και τρύπωσα μέσα στο “ΕΛΒΕΤΙΚΟΝ” … Σχετικά νωρίς ακόμη και το … μοδάτο εστιατόριο , άδειο . Ο Αντύπας , ο νεαρός σερβιτόρος , φίλος μου , με πλησίασε και …- Τίποτα δεν είναι έτοιμο ακόμη … Θες να πιούμε έναν καφέ παρέα ;- Όχι σήμερα … Σήμερα γιορτάζω … Φτιάξε μου τηγανητές πατάτες και φέρε μου και ένα ποτήρι κόκκινο κρασί …- Τί … γιορτάζεις ; (ο Αντύπας έμοιαζε μπερδεμένος)- Αρραβωνιάστηκα σήμερα …- Και πού είναι ο … αρραβωνιαστικός σου ; (το μάτι του “κόλλησε” στη φτηνή μου βέρα)- Να μη σε νοιάζει …Απόλαυσα τις τηγανητές μου πατάτες και το κρασί μου φροντίζοντας να δείχνω παντού την γυαλιστερή ολοκαίνουρια βέρα μου στον κόσμο , που σιγά σιγά , γέμιζε το εστιατόριο … Έφυγα , καμαρωτή - καμαρωτή , νοιώθωντας το βλέμμα - μαχαίρι του Αντύπα , “καρφωμένο” στις πλάτες μου … Ούτε που τον χαιρέτησα …Ήπια καφέ στο πατάρι του GALAXY , που είχε την φήμη του μεγαλύτερου …”νυφοπάζαρου” της Θεσσαλονίκης εκείνη την εποχή , αφού απώθησα τους διάφορους ερωτύλους Δον Ζουάν νεαρούς και μη που προσπάθησαν να μου πιάσουν κουβέντα , επιδεικνύοντας την βέρα μου , αυτήν με “…λίγο χρυσό μέσα” .Πήρα τον δρόμο του γυρισμού στο σπίτι , νωρίς το βραδάκι … Η Θεσσαλονίκη του Μεγαλοσαββάτου του 1970 , είχε πια ερημώσει .Εκείνο το βράδυ , έκανα το χατήρι του παπάκη μου και πήγα μαζί του στην Ρώσικη Εκκλησία στου Χαριλάου για την Ανάσταση … Πήχτρα η εκκλησία και όλο το προαύλιό της στους μπάτσους (Άνοιξη του ‘70 γαρ … στην καρδιά της Χούντας) . Ήταν το μόνο μέρος που μπορούσες να ακούσεις (χωρίς να συλληφθείς και να φας καμιά … ψιλοανάκριση) , το “Χριστός Ανέστη” στα ρώσικα … Αρκεί να μην το σιγοψιθύριζες κι εσύ … Έτσι λοιπόν , είπαμε το “Χριστός Ανέστη” από μέσα μας κάνοντας την … μικρή μας Αντίσταση … Εγώ , δεν έβγαλα το δαχτυλιδοφορεμένο μου χέρι από την τσέπη , όλο το βράδυ …Αργά , πολύ αργά , παραδόθηκα σε έναν σχεδόν ευτυχισμένο ύπνο ….
Ανήμερα το Πάσχα γύρω στις 11.00 πήρα και πάλι τους δρόμους , παρά τις έντονες διαμαρτυρίες της μάνας μου (που εδώ που τα λέμε , είχε αντιληφθεί την … ουρανοκατέβατη βέρα στο χέρι μου , αλλά δεν τολμούσε να ρωτήσει , … μη και χαλάσει εντελώς την διάθεσή της πασχαλιάτικα … Άλλωστε είχε ψιλοσυνηθίσει τις “παραξενιές” μου) . Την χαιρέτησα με ένα “Θα είμαι πίσω για το μεσημεριανό” και … ξαμολύθηκα στην παντέρημη Εγνατία . Γωνία Εγνατίας και Αριστοτέλους βρήκα τον … τυφλό ακκορντεονίστα , να τα μαζεύει και να φεύγει …- Έϊ … πατρίδα … πού πας ;Με κοίταξε με τα άδεια μάτια του :- Σπίτι … Θαρρείς πως δεν έχω σπίτι κι εγώ ;… Βλακεία μου να έρθω σήμερα . Κανείς δεν κυκλοφοράει ανήμερα Πάσχα … Τί θές ;- Να … σου δώσω κάτι …Μου πρότεινε το τενεκεδάκι του , και δυο τρία κέρματα κουδούνισαν χαρούμενα . Έβγαλα την βέρα μου προσεχτικά και … την έρριξα μέσα στο τενεκεδάκι … Ο ήχος της , τον παραξένεψε … Ασυνήθιστος … Ψαχούλεψε , την έπιασε και αφού την “κοίταξε” με τα ανύπαρκτα μάτια του , την έβαλε στο στόμα και την δάγκωσε ελαφρά … Έκανα μεταβολή και άρχισα να απομακρύνομαι . - Μαντάμ …. μη φεύγεις … Αυτή , είναι … χρυσή …- Δεν είναι …- Έχει λίγο χρυσό μέσα …- Ναι … λίγο … Κράτα την … Εγώ , δεν την χρειάζομαι πια … Είχα απομακρυνθεί αρκετά , όταν άκουσα ένα φάλτσο “Χριστός Ανέστη” απ’ το ξεκούρντιστο ακκορντεόν του...