Κυριακή 19 Απριλίου 2009

Μεγάλο Σάββατο και η Αθήνα μοιάζει με έρημο σκαρί πάνω στο κύμα μαζεύω τ' άψυχα, χωρίς ψυχή, απ' το γραφείο μηχανικά κλειδώνω, τρέχω για το λεωφορείο


Μεγάλο Σάββατο

Μεγάλο Σάββατο και η Αθήνα
μοιάζει με έρημο σκαρί πάνω στο κύμα
μαζεύω τ' άψυχα, χωρίς ψυχή, απ' το γραφείο
μηχανικά κλειδώνω, τρέχω για το λεωφορείο.

Ξέπνοη, φτάνοντας στην άδεια στάση
το βλέπω πού 'φευγε, είχε περάσει.
Είχε περάσει όπως όλα στη ζωή μου
μπροστά απ' τα μάτια μου, ποτέ μαζί μου.

Στο παραλίγο κρέμονται τα όνειρά μου
σκόνη στον άνεμο κάθε χαρά μου.
Έτσι και σήμερα βουβή στην άδεια στάση
βλέμμα πιο άδειο κι απ' του φεγγαριού τη χάση.

Έρχεσαι αθόρυβα κρατώντας μια λαμπάδα
θαρρείς πως άδειασε απόψε η Ελλάδα
μου λες με χείλη που γελούν, μου κλείνεις μάτι,
μοιάζεις με πρίγκιπα κι η στάση με παλάτι.

Τα φώτα γύρω μου, λάμπουν αστέρια
και στη Βουλή μπροστά, πλήθος τα περιστέρια,
πετούν χαρούμενα, σ' άδεια πλακάκια,
ψάχνουν επίμονα για ψιχουλάκια.

Σκορπάς τριγύρω τους ένα κουλούρι
πριν την Ανάσταση πουλιά φέρνουνε γούρι.
Μου τό 'πε κάποτε τσιγγάνα μαυρομάτα
κοπέλα ασήμωσε να πω της μοίρας τα μαντάτα.

Εσύ ένα βράδυ πικραμένη και μονάχη
πριν την Ανάσταση, θα βρεις κάποιον που θά 'χει
καρδιά πιο μάλαμα απ' του κόσμου το χρυσάφι
και τα όνειρά σου δε θα μένουν πια στο ράφι.

Ένα φρενάρισμα κραυγή θηρίου,
δεύτερο χάσιμο του λεωφορείου.
Κοιτάζεις γύρω, δεν υπάρχει πια κανείς.
Σας πήρε ο ύπνος σε μια στάση δεσποινίς.

Μεγάλο Σάββατο πριν την Ανάσταση
τα όνειρά σου έχουν σηκώσει επανάσταση.
Ήρθε η ώρα σου λοιπόν να σηκωθείς
κι από τις στάχτες σου ν' αναστηθείς.

Η φύση γύρω, σου γελά, άρχισε ζέστη.
Τα περιστέρια φτερουγίζουν με χαρά, Χριστός Ανέστη!

Μαριάννα Τζανάκη

Σάββατο 18 Απριλίου 2009

Ο... ΜΟΝΑΧΙΚΟΣ ΑΡΡΑΒΩΝΑΣ ! ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΝΑ-ΣΙΛΙΑ

Ο... ΜΟΝΑΧΙΚΟΣ ΑΡΡΑΒΩΝΑΣ

Το να διατηρείς ερωτική σχέση με … παντρεμμένο , είναι από πολλές πλευρές … εξιταριστικό , και έχει και τα ενδιαφέροντά του . Το κακό του (το απόλυτο κακό του) , είναι ή μοναξιά … του Σαββατόβραδου , του Κυριακάτικου γεύματος , των διακοπών και των γιορτών … σαν το Πάσχα καληώρα , που μόλις πριν λίγο βιώσαμε... Είναι μια ιστορία , που την θυμάμαι πάντα … (σχεδόν πάντα) τέτοιες ημέρες , και που σκέφτηκα πέρισυ να την κάνω αφιέρωμα στην γιορτή του Πάσχα , αλλά με απορρόφησε τότε πολύ ένα άλλο γεγονός και έτσι η ιστορία που θα σας διηγηθώ , έμεινε στο … “συρτάρι” να περιμένει το επόμενο Πάσχα … Και ίσως , δεν θα την έγραφα ποτέ μου , αλλά από τότε ακόμη , το υποσχέθηκα στην καλή κι αγαπημένη μου διαδικτυακή φίλη Μαριάννα (Γητεύτρια) που έδειξε τότε ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ιστορία αυτή . Γι αυτό και της την αφιερώνω .
————————————————————————
Άνοιξη του 1970 … Πρωί της Μεγάλης Παρασκευής αποχαιρετιστήκαμε στον Σιδηροδρομικό Σταθμό της Θεσσαλονίκης . Έφευγε για να κάνει Πάσχα με την υπό διάλυση οικογένεια του (”τα … παιδιά , δεν φταίνε σε τίποτα … κλπ ,κλπ” ) σε μικρή επαρχιακή πόλη του Βορρά . Τρία χρόνια , τώρα , είχα συνηθίσει σ’ αυτού του είδους τους αποχαιρετισμούς … Όμως αυτή τη φορά … δεν ξέρω , ίσως η Άνοιξη να ήταν τόσο όμορφη , που μούτρωσα … - Έλα βρε … μην κάνεις έτσι … Όλος ο χρόνος δικός μας θα είναι … Μην ξεχνάς , πως φέτος … παντρευόμαστε … Τελείωσαν τα ψέμματα …
Ένα γρήγορο φιλί , ο “Μουντζούρης” (δεν υπήρχε intercity τότε ακόμη) που σφύριξε στριμμένα και ξεκίνησε βαρυγκομώντας κι απόμεινα να τον κοιτάζω να χάνεται μέσα σε σύννεφα καπνού … Καθόλου δεν ένοιωσα σαν την … Άννα Καρένινα … Ένα κενό ένοιωθα μονάχα , κάτι , που με εμπόδιζε ακόμη και να βουρκώσω … Άσχημο συναίσθημα … Κενό.
Κατηφόρησα με τα πόδια προς το κέντρο . Πέρασα βιαστικά τον Βαρδάρη και άρχισα να χαζεύω ένα ένα τα μικρομάγαζα της Εγνατίας (είχε μεσημεριάσει και η αγορά είχε πια ανοίξει) . Αγόρασα δυο τεράστιες καραμέλλες από ένα μαγαζάκι με ζαχαρωτά , και προσπάθησα να βάλω τη μια στο στόμα μου . Δεν τα κατάφερα και τις ακούμπησα και τις δυο στο τενεκεδένιο πιατάκι του τυφλού ακκορντεονίστα ζητιάνου (μόνιμος και πασίγνωστος οργανοπαίχτης της Εγνατίας) . Σας κοίταξαν ποτέ …χωρίς μάτια ;… Ε , εμένα ο τυφλός με κοίταξε και μουρμούρισε και μια ευχή , αλλά δεν φαινόταν να την λέει με την καρδιά του … Δίπλα ακριβώς στο μεγάλο πατσατζίδικο “ΕΓΝΑΤΙΑ” , έμεινα να χαζεύω την βιτρίνα ενός μικρού παρακμιακού κοσμηματοπωλείου . Τότε ήταν , που μου κατέβηκε η … ιδέα … Τότε , … βλέποντας τα φτηνοκοσμήματα στην μικροσκοπική του βιτρίνα . Έσπρωξα την πόρτα .Ο φαλακρός και … ασσορτί με το μαγαζί του (μικροσκοπικός) μαγαζάτορας , με κοίταξε με … μισό μάτι :- Τί θέλει η κοπελιά ; (η προφορά , βαριά αρμένικη) - Θα ήθελα μια … βέρα … φθηνή …- Θα ήθελες … βέρες , θέλεις να πεις …- Όχι , θέλω …μία βέρα - Οι βέρες πάνε δυό-δυό …- Εγώ θέλω μία …- Και την άλλη , … τί θα την κάνω ;- Ξέρω κι εγώ ;… πούλα την σε κάποιον σαν κι εμένα … ή κράτα την , μπας και χάσεις την δική σου …- Μπεκιάρης (εργένης - ανύπαντρος) είμαι … δεν έχω βέρα …- Ε , … ευκαιρία … Κάνε τότε , ό, τι κι εγώ ….- Τί ;… να παντρευτώ μονάχος μου ;…- Όχι , να … αρραβωνιαστείς …Ο κοντός Αρμένης , ξεκαρδίστηκε στα γέλια … Τράβηξε ένα συρταράκι από τον πάγκο του και μου πέταξε πάνω στο τζάμι μια λεπτή βέρα , που “έγραψε” έναν μεγάλο κύκλο και σταμάτησε με έναν λεπτό τενεκεδένιο ήχο μπροστά μου …- 300 δραχμές κάνει … Δώσε μου ένα κατοστάρικο και ξεφορτώσου με … χρονιάρες μέρες … Έχει και λίγο … χρυσό μέσα … Ό, τι πρέπει ………………………………………….Τριγύρισα λίγο στα … αρχαία της Ναυαρίνου , άναψα ένα κεράκι στην Αχειροποίητο , και κατηφόρισα την Βασ. Σοφίας , όπου χάζεψα για λίγο στα φοιτητικά βιβλιοπωλεία της και ξανανηφόρισα μέχρι το Τουρκικό Προξενείο ,… στο σπίτι μου .Με υποδέχτηκε ο μπαμπάς μου , ανήσυχος . Πάντα ήταν ανήσυχος , όταν “φορούσα” αυτό το … “κάπως” ύφος μου .- Άννιτσκα ψυχή μου , θα πάμε στον Επιτάφιο στην Ρώσικη Εκκλησία στου Χαριλάου απόψε ;- Όχι παπάκη … είμαι κουρασμένη ….Ξέρω ότι τον πλήγωσα , αλλά με αγαπούσε πολύ για να μου το πει ….Εκείνο το βράδυ , κοιμήθηκα κρατώντας την βέρα “μου” , σφιχτά , έναν ανήσυχο ύπνο …
Μεγάλο Σάββατο , έφυγα νωρίς από το σπίτι , με την βέρα στην τσέπη και την μάνα μου να γκρινιάζει , που την εγκατέλειψα μόνη της με τις Πασχαλιάτικες δουλειές . Κατηφόρησα στη Νέα Παραλία … Σε ένα παγκάκι δίπλα στο ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΠΑΛΛΑΣ , με την θάλασσα φάτσα μόστρα και έναν ανοιξιάτικο ήλιο για παρέα … φόρεσα με αργές τελετουργικές κινήσεις την βέρα μου στο αριστερό μου χέρι κι αφού απόλαυσα μια πανεμορφη παραθαλάσσια βόλτα , ανηφόρισα την Αγίας Σοφίας και τρύπωσα μέσα στο “ΕΛΒΕΤΙΚΟΝ” … Σχετικά νωρίς ακόμη και το … μοδάτο εστιατόριο , άδειο . Ο Αντύπας , ο νεαρός σερβιτόρος , φίλος μου , με πλησίασε και …- Τίποτα δεν είναι έτοιμο ακόμη … Θες να πιούμε έναν καφέ παρέα ;- Όχι σήμερα … Σήμερα γιορτάζω … Φτιάξε μου τηγανητές πατάτες και φέρε μου και ένα ποτήρι κόκκινο κρασί …- Τί … γιορτάζεις ; (ο Αντύπας έμοιαζε μπερδεμένος)- Αρραβωνιάστηκα σήμερα …- Και πού είναι ο … αρραβωνιαστικός σου ; (το μάτι του “κόλλησε” στη φτηνή μου βέρα)- Να μη σε νοιάζει …Απόλαυσα τις τηγανητές μου πατάτες και το κρασί μου φροντίζοντας να δείχνω παντού την γυαλιστερή ολοκαίνουρια βέρα μου στον κόσμο , που σιγά σιγά , γέμιζε το εστιατόριο … Έφυγα , καμαρωτή - καμαρωτή , νοιώθωντας το βλέμμα - μαχαίρι του Αντύπα , “καρφωμένο” στις πλάτες μου … Ούτε που τον χαιρέτησα …Ήπια καφέ στο πατάρι του GALAXY , που είχε την φήμη του μεγαλύτερου …”νυφοπάζαρου” της Θεσσαλονίκης εκείνη την εποχή , αφού απώθησα τους διάφορους ερωτύλους Δον Ζουάν νεαρούς και μη που προσπάθησαν να μου πιάσουν κουβέντα , επιδεικνύοντας την βέρα μου , αυτήν με “…λίγο χρυσό μέσα” .Πήρα τον δρόμο του γυρισμού στο σπίτι , νωρίς το βραδάκι … Η Θεσσαλονίκη του Μεγαλοσαββάτου του 1970 , είχε πια ερημώσει .Εκείνο το βράδυ , έκανα το χατήρι του παπάκη μου και πήγα μαζί του στην Ρώσικη Εκκλησία στου Χαριλάου για την Ανάσταση … Πήχτρα η εκκλησία και όλο το προαύλιό της στους μπάτσους (Άνοιξη του ‘70 γαρ … στην καρδιά της Χούντας) . Ήταν το μόνο μέρος που μπορούσες να ακούσεις (χωρίς να συλληφθείς και να φας καμιά … ψιλοανάκριση) , το “Χριστός Ανέστη” στα ρώσικα … Αρκεί να μην το σιγοψιθύριζες κι εσύ … Έτσι λοιπόν , είπαμε το “Χριστός Ανέστη” από μέσα μας κάνοντας την … μικρή μας Αντίσταση … Εγώ , δεν έβγαλα το δαχτυλιδοφορεμένο μου χέρι από την τσέπη , όλο το βράδυ …Αργά , πολύ αργά , παραδόθηκα σε έναν σχεδόν ευτυχισμένο ύπνο ….
Ανήμερα το Πάσχα γύρω στις 11.00 πήρα και πάλι τους δρόμους , παρά τις έντονες διαμαρτυρίες της μάνας μου (που εδώ που τα λέμε , είχε αντιληφθεί την … ουρανοκατέβατη βέρα στο χέρι μου , αλλά δεν τολμούσε να ρωτήσει , … μη και χαλάσει εντελώς την διάθεσή της πασχαλιάτικα … Άλλωστε είχε ψιλοσυνηθίσει τις “παραξενιές” μου) . Την χαιρέτησα με ένα “Θα είμαι πίσω για το μεσημεριανό” και … ξαμολύθηκα στην παντέρημη Εγνατία . Γωνία Εγνατίας και Αριστοτέλους βρήκα τον … τυφλό ακκορντεονίστα , να τα μαζεύει και να φεύγει …- Έϊ … πατρίδα … πού πας ;Με κοίταξε με τα άδεια μάτια του :- Σπίτι … Θαρρείς πως δεν έχω σπίτι κι εγώ ;… Βλακεία μου να έρθω σήμερα . Κανείς δεν κυκλοφοράει ανήμερα Πάσχα … Τί θές ;- Να … σου δώσω κάτι …Μου πρότεινε το τενεκεδάκι του , και δυο τρία κέρματα κουδούνισαν χαρούμενα . Έβγαλα την βέρα μου προσεχτικά και … την έρριξα μέσα στο τενεκεδάκι … Ο ήχος της , τον παραξένεψε … Ασυνήθιστος … Ψαχούλεψε , την έπιασε και αφού την “κοίταξε” με τα ανύπαρκτα μάτια του , την έβαλε στο στόμα και την δάγκωσε ελαφρά … Έκανα μεταβολή και άρχισα να απομακρύνομαι . - Μαντάμ …. μη φεύγεις … Αυτή , είναι … χρυσή …- Δεν είναι …- Έχει λίγο χρυσό μέσα …- Ναι … λίγο … Κράτα την … Εγώ , δεν την χρειάζομαι πια … Είχα απομακρυνθεί αρκετά , όταν άκουσα ένα φάλτσο “Χριστός Ανέστη” απ’ το ξεκούρντιστο ακκορντεόν του...

Κυριακή 5 Απριλίου 2009

Jaime Gil de Biedma: Δεν έχεις μάθει, αθώα, ότι για το τρίτο πρόσωπο τα όμορφα συναισθήματα είναι ιστορίες επικίνδυνες;



Σε μια πολύ νεαρή κυρία, χωρισμένη

Mέσα σ' ένα χρόνο που ήσουν
παντρεμένη, υπέροχα στήθη,
συναντήθηκες με τα πικρά
λουλούδια του γάμου.

Κι ένα ωραίο πρωί
τη γλυκιά ελευθερία
επέλεξες ανυπόμονη,
σαν σχολιαρούδι.

Σήμερα, ντυμένη κουρσάρος
πηγαίνεις στα μπαρ
με έξι εραστές στο πλάι
-Isabel, μικρή Isabel-,

στητή πάνω σ' ένα σκαμπό,
ακτινοβολείς, αχτένιστη
από έναν άνεμο μόνο δικό σου,
προεδρεύουσα του ξεφαντώματος.

Από ποιόν, στο τέλος μιας νύχτας,
δεν θα έχεις αγαπηθεί
που να θέλει να σ' αγαπήσει!
Και όλα μου τα μαρτύρησαν.

Δεν έχεις μάθει, αθώα,
ότι για το τρίτο πρόσωπο
τα όμορφα συναισθήματα
είναι ιστορίες επικίνδυνες;

Ότι η ειλικρίνεια
με την οποία εσύ παραδόθηκες
δεν την καταλαβαίνουν αυτοί,
μικρή Isabel. Να προσέχεις.

Επειδή είμαστε στην Ισπανία.
Επειδή είναι ένα και το αυτό
οι ηλίθιοι εραστές σου,
με το κτήνος σύζυγό σου.

Jaime Gil de Biedma
Μετ. Μαριάννα Τζανάκη