Νύχτα μαγική κι' εγώ στο θάλαμο μπροστά μετράω τ' άστρα γύρω μου σιωπή κι εσύ πατρίδα μοναξιά ντυμένη στ' άσπρα Θάλασσες φιλιά απ' τη ραγισματιά κυλάνε κι εκεί στου τοίχου το καρφί κρεμάω όσα με κρατάνε
Κι αν σου γράφω απόψε είναι που θέλω ξαφνικά να τρέξω Τι όμορφα εκεί έξω! Τι όμορφα εκεί έξω!
Να μου γράφεις όσο πιο συχνά μπορείς Να μου γράφεις όσο πιο συχνά μπορείς Να μου γράφεις όσο πιο συχνά μπορείς Να μου γράφεις όσο πιο συχνά μπορείς
Γέρνει η βραδιά ουρλιάζουνε τα φορτηγά κρύο και μπάζει πέρασα τη νύχτα αυτή την πιο σκληρή σκοπιά μέσα στ' αγιάζι μου παίρνουνε τα αυτιά φωνές παιδιών που τραγουδάνε όμως πιο πέρα στα φριχτά τα μπαρ για πιο Χριστό μιλάνε
Κι αν σου γράφω απόψε είναι που θέλω ξαφνικά να τρέξω Τι όμορφα εκεί έξω! Τι όμορφα εκεί έξω!
Ho sbagliato tante volte ormai che lo do già Che oggi quasi certamente sto sbagliando su di te Ma una volta in più Che cosa può cambiare nella vita mia Accettare questo strano appuntamento E stata una pazzia
Amore fai presto io non resisto Se tu non arrive non esisto non esisto, non esisto
Sono triste tra la gente che mi sta passando accanto Ma la nostalgia di rivedere te è forte più del pianto Questo sole accende sul mio volto Un segno di speranza Sto aspettando quando a un tratto Ti vedrò spuntare in lontananza
Preciso acabar logo com isso Preciso lembrar que eu existo Que eu existo Que eu existo
Luci machine, vetrine, strade, tutto quanto si confonde nella mente La mia ombra si è stancata di seguirmi Il giorno muore lentamente Non mi resta che tornare a casa mia Alla mia triste vita Questa vita che volevo dare a te L'hai sbriciolata tra le dita
Ιστορίες γυναικών, μαγισσών και γοργονών, θυγατέρων και μανάδων και συζύγων και γιαγιάδων, μοιχαλίδων και πιστών, πλούσιων μα και φτωχών. Γυναικών της επαρχίας, του χωριού, της εξορίας, αλλά και της ανεργίας. Της Αθήνας και της πόλης και της Οικουμένης όλης. Γυναικών του σαλονιού και αυτών του λιμανιού, οι κυρίες των κυρίων, μα και των πεζοδρομίων! Γυναικών του Παραδείσου και νεράιδες της Αβύσσου, άγγελοι του ουρανού που σου παίρνουνε το νου, πας στην κόλαση μαζί τους με το φλογερό φιλί τους, πλοίο σέρνει η τιμή τους με τριχίτσα απ' το μαλλί τους και το πάει στο βουνό να κοιτά τον ουρανό. Κι απ' τη γλύκα βλέπει άστρα, ήλιους, θάλασσες και κάστρα. Είναι, τρέλα κι ηδονή της γυναίκας το φιλί. Και το ξέρουν οι μαργιόλες και τ' απολαμβάνουν όλες, που τους άντρες τους τρελαίνει, στον παράδεισο τους φέρνει και πουλάει κι αγοράζει, κυβερνήσεις κατεβάζει, ως και Άγιο κολάζει. Ένα τόσο δα οργανάκι νάν' του κόσμου το κλειδάκι; Είναι ασύλληπτο, αλήθεια! Ξεπερνά τα παραμύθια. Με τη γλύκα απ' το φιλί της, να ελέγχεται ο πλανήτης;